ἔβρων

ἔβρων
βιβρώσκω
eat
aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic)
βιβρώσκω
eat
aor ind act 1st sg
ἔβρος
he-goat
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἅβρων — ἔβρων , βιβρώσκω eat aor ind act 3rd pl (epic doric aeolic) ἔβρων , βιβρώσκω eat aor ind act 1st sg ἔβρων , ἔβρος he goat masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βιβρώσκω — (Α) Ι. 1. τρώγω, κατατρώγω II. ( ομαι) 1. τρώγομαι 2. (για δόντια) καταστρέφομαι, φθείρομαι 3. (για ψωμί) μουχλιάζω 4. καταβροχθίζομαι, αφανίζομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Ήδη από την ομηρική εποχή μαρτυρούνται τύποι του θέματος του παρακμ. (βεβρωκώς,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”